Ήταν λοιπόν, τρεις φίλοι, που παντρεύτηκαν τρεις αδερφές. Όπως είναι φυσικό, απέκτησαν μια πεθερά, η οποία είχε πρόβλημα κλειστοφοβίας.
Μια μέρα λοιπόν, όταν ο ένας απ΄τους φίλους ερχόταν απ΄τη δουλειά, ακούει φωνές απ'το ασανσέρ. Ήταν η πεθερά του που φώναζε: "Βοήθεια, βοήθεια!".
Ο τύπος λοιπόν, αγαπούσε πολύ τη πεθερά του, οπότε τρέχει να πάει...
να τη βοηθήσει. Κάνει από'δω, κάνει από'κει, καταφέρνει τελικά να τη βγάλει. Αρχίζει τις ευχαριστίες η πεθερά κι όλα αυτά, κλπ.
Την επόμενη μέρα, μώλις βγαίνει απ΄το κτίριο της εταιρίας στην οποία δούλευε, βλέπει μπροστά στην είσοδο παρκαρισμένη μια Μερσέντες, με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερά!"
Μια άλλη μέρα, ο δεύτερος απ'τους τρεις γυρίζει σπίτι. Μπαίνοντας στη πολυκατοικία, ξαφνικά ακούει φωνές απ'το ασανσέρ. Ήταν η πεθερά του που φώναζε:
"Βοήθεια, βοήθεια!". Ο τύπος λοιπόν, ναι μεν δεν συμπαθούσε τη πεθερά του, αλλά λέει τι στο καλό, μητέρα της γυναίκας μου είναι, οπότε πάει να τη βοηθήσει. Κάνει από'δω, κάνει από'κει, καταφέρνει τελικά να τη βγάλει.
Αρχίζει τις ευχαριστίες η πεθερά κι όλα αυτά, κλπ.
Την επόμενη μέρα, μώλις βγαίνει απ΄το κτίριο της εταιρίας στην οποία δούλευε, βλέπει μπροστά στην είσοδο παρκαρισμένη μια Μερσέντες, με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερά!" Μετά από λίγο καιρό, ο τρίτος φίλος γυρίζει σπίτι απ'τη δουλειά. Ακούει φωνές απ'το ασανσέρ, τη πεθερά του να φωνάζει για βοήθεια. Όμως αυτός την αντιπαθούσε ιδιαίτερα, οπότε και την άφησε μέσα να πεθάνει από κλειστοφοβία.
Την επομένη στο γραφείο, όλοι σε κλίμα πένθους, αυτός άνετος κι ωραίος, χωρίς πρόβλημα.
Βγαίνοντας έξω απ΄το γραφείο, βλέπει μια Porsche, μια Ferrari και μια BMW παρκαρισμένα απ'έξω, και με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερός!"
Μια μέρα λοιπόν, όταν ο ένας απ΄τους φίλους ερχόταν απ΄τη δουλειά, ακούει φωνές απ'το ασανσέρ. Ήταν η πεθερά του που φώναζε: "Βοήθεια, βοήθεια!".
Ο τύπος λοιπόν, αγαπούσε πολύ τη πεθερά του, οπότε τρέχει να πάει...
να τη βοηθήσει. Κάνει από'δω, κάνει από'κει, καταφέρνει τελικά να τη βγάλει. Αρχίζει τις ευχαριστίες η πεθερά κι όλα αυτά, κλπ.
Την επόμενη μέρα, μώλις βγαίνει απ΄το κτίριο της εταιρίας στην οποία δούλευε, βλέπει μπροστά στην είσοδο παρκαρισμένη μια Μερσέντες, με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερά!"
Μια άλλη μέρα, ο δεύτερος απ'τους τρεις γυρίζει σπίτι. Μπαίνοντας στη πολυκατοικία, ξαφνικά ακούει φωνές απ'το ασανσέρ. Ήταν η πεθερά του που φώναζε:
"Βοήθεια, βοήθεια!". Ο τύπος λοιπόν, ναι μεν δεν συμπαθούσε τη πεθερά του, αλλά λέει τι στο καλό, μητέρα της γυναίκας μου είναι, οπότε πάει να τη βοηθήσει. Κάνει από'δω, κάνει από'κει, καταφέρνει τελικά να τη βγάλει.
Αρχίζει τις ευχαριστίες η πεθερά κι όλα αυτά, κλπ.
Την επόμενη μέρα, μώλις βγαίνει απ΄το κτίριο της εταιρίας στην οποία δούλευε, βλέπει μπροστά στην είσοδο παρκαρισμένη μια Μερσέντες, με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερά!" Μετά από λίγο καιρό, ο τρίτος φίλος γυρίζει σπίτι απ'τη δουλειά. Ακούει φωνές απ'το ασανσέρ, τη πεθερά του να φωνάζει για βοήθεια. Όμως αυτός την αντιπαθούσε ιδιαίτερα, οπότε και την άφησε μέσα να πεθάνει από κλειστοφοβία.
Την επομένη στο γραφείο, όλοι σε κλίμα πένθους, αυτός άνετος κι ωραίος, χωρίς πρόβλημα.
Βγαίνοντας έξω απ΄το γραφείο, βλέπει μια Porsche, μια Ferrari και μια BMW παρκαρισμένα απ'έξω, και με μια επιγραφή στο καπώ "Με αγάπη πεθερός!"